σημειώσεις 19318 / Ma mère


Η μητέρα μου μαγειρεύει. 
Όταν μαγειρεύει λερώνει όλη την κουζίνα, σχεδόν όσο ο μπαμπάς μου. 
Η μητέρα μου μαγειρεύει μυδοπίλαφο. 
Πήρε το δισάκι τα μύδια από ένα ψαρά φίλο μας με διογκωμένο το ένα ρουθούνι. Ο ψαράς αυτός της λέει ένα σωρό μυστικά πάνω στο ψάρεμα γιατί η μητέρα ψαρεύει. 
Νομίζω πως της την πέφτει λίγο.
Αχνίζει τα μύδια της για το ζωμό της. 
Καίει τα σκόρδα και τα κρεμμύδια της, δε με περιμένει να της τα κάνω εγώ. 
Ρίχνει το βάζο του καφέ όσο βάφω ένα τοιχάκι έξω στην αυλή. 
Δε βάζει ποτέ τυρί στα μακαρόνια και στο ριζότο της. 
Πίνει μόνο λευκό κρασί. Δε κοιμάται καλά τα βράδια και όταν κοιμάται μουρμουρίζει στον ύπνο της. Οδηγεί πιο γρήγορα από μένα και πιο επιθετικά. 
Δε φοβάται τίποτα μα συγκινείται όταν χωρίζουν οι δρόμοι μας. Ανησυχεί τόσο που μου αγοράζει δυό κεσεδάκια φράουλες φεύγοντας. 
Ο Μάκης ο Ελεύθερος Σκύλος, αγαπάει τη μητέρα μου πιο πολύ από εμένα. 
Γιατί είναι και η δική του μητέρα ενώ εγώ η φίλη του. Φεύγοντας η μητέρα ο σκύλος μελαγχόλησε. Κι εγώ μελαγχόλησα. 
Οι άνθρωποι είναι σα τα φαγητά που μαγειρεύουν. 
Για να τους καταλάβεις πρέπει να ξεχωρίσεις τα υλικά τους και τις ιδιεταιρότητες τους. 
Το πόσο αλμυροί και γλυκείς είναι. Την ένταση τους. Τα αρώματα τους. 
Η μητέρα μου είναι το μυδοπίλαφο της. Χρωματιστή. Αρωματισμένη με ρίγανη. 
Ντεκοραρισμένη με τα καυκάλια της. Σπειρωτή σα το ρύζι της. Χυμώδης σα το ζωμό. 
Αλμυρή απ' τη θάλασσα. Γλυκειά σα τη ντομάτα. Απλή και ταυτόχρονα τόσο σύνθετη και περίπλοκη. Έντονη σα τις σκελίδες του σκόρδου και τα κεφάλια του κρεμμυδιού. 
Η μητέρα μου είναι πεντανόστιμη. 
Μυρίζει καλοκαίρι, Αύγουστο, ακόμα και στο χειμώνα. 
Όσοι σκότωσαν τη μητέρα τους ήταν όσοι δε κατάφεραν ποτέ να την καταλάβουν. 
Όσοι δε κατάφεραν να την αγαπήσουν.
Πάνω στο μάρμαρο της κουζίνας, άφησε ένα βάζο με κρίταμο σε αλάτι. 

Με εντολές να το δοκιμάσω σε δυό μέρες κι αμα ρούφηξε το αλάτι να το βάλω στο ξύδι. 
Τόσα πτυχία. Τόσες σπουδές. Και τα σημαντικότερα πράγματα στη ζωή, τα δίδαξε η μητέρα. 
Κι όλα αυτά ήταν μόνο αναμενόμενα, όπως η αρτιότητα του κάθε φαγητού της. 
Τώρα έμεινα εγώ, ο παππούς και ο γενναίος σκύλος, να κρατάμε το σπίτι περιμένοντας τη μητέρα να γυρίσει, τον χρυσό άνθρωπο που μας έσωσε όλους. Η αγάπη νίκησε.  

[πίνακας Carlos Orduña Barrera]

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άνω Ιλίσια - Χρόνια δυό

Notes to the future

Κυριακή Αναμνηστικής Κούτας